Page 50 - TRACTION 135
P. 50
RACING
RETRO
C
ΑΠΟ ΤΟΝ ΒΑΣΙΛΗ ΤΣΑΚΙΡΟΓΛΟΥ M
Y
ΜΕ ΤΗΝ BRM P-578 Ο GRAHAM HILL ΚΑΤΕΚΤΗΣΕ ΤΟ ΠΡΩΤΑΘΛΗΜΑ F1
CM
ΤΟ 1962, ∆ΟΞΑΖΟΝΤΑΣ ΜΙΑ ΑΜΙΓΩΣ ΒΡΕΤΑΝΙΚΗ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ MY
Έως το 1962 ο ιδιοκτήτης της British Racing Motors ή απλώς BRM είχε ξοδέψει ένα εκατοµµύριο CY
λίρες για έναν αγωνιστικό οργανισµό που πήγαινε από το κακό στο χειρότερο. Είχε ξεκινήσει µε τη CMY
φιλοδοξία να κατατροπώσει τους Γερµανούς, σαν «εθνική οµάδα» της Μεγάλης Βρετανίας, κατέληξε K
όµως περίγελως, λόγω της χαοτικής διοίκησης και τους υπερβολικά τολµηρούς πειραµατισµούς, όπως
µε τον 16κύλινδρο κινητήρα.
Το 1962, λοιπόν, εν όψει του καινούργιου πρωταθλήµατος στη Formula 1, ο Sir Alfred Owen κάλεσε
στο γραφείο του τον αγωνιστικό διευθυντή της οµάδας, τον Tony Rudd. Του ανακοίνωσε ότι ο στόχος
ήταν η κατάκτηση τουλάχιστον δύο νικών κατά τη διάρκεια του 1962. Εάν τα πράσινα µονοθέσια της
BRM δεν ικανοποιούσαν την επιθυµία του Sir Owen, τότε εκείνος θα έκλεινε την κάνουλα της ρευστό-
τητας, δηλαδή θα έβαζε λουκέτο.
Ο Tony Rudd αποδέχτηκε την πρόκληση και βάλθηκε να οραµατίζεται το αυτοκίνητο που θα έσωζε τη
BRM από την εξαφάνιση. Το αποτέλεσµα ήταν η P-578, η οποία θα αποδεικνυόταν ικανή να νικήσει
σε τέσσερα Γκραν Πρι, ήτοι τα διπλάσια από όσα ζητούσε ο Sir Alfred Owen για να την κρατήσει
ζωντανή.
Ο Graham Hill κατέκτησε το πρωτάθληµα του 1962, σηµειώνοντας έναν ιστορικό θρίαµβο, εφόσον
ένας Βρετανός πιλότος στεφόταν παγκόσµιος πρωταθλητής οδηγώντας ένα µονοθέσιο εξ ολοκλήρου
κατασκευασµένο στη Βρετανία. Η P-578 επικράτησε της Lotus του Jim Clark βασιζόµενη σε ένα αρκετά
ελαφρύ σασί τύπου χωροδικτύωµα, µε έναν κινητήρα V8, µε περιεχόµενη γωνία 90 µοιρών και,
όπως όριζαν οι τεχνικές προδιαγραφές εκείνης της χρονιάς, µε χωρητικότητα 1,5 λίτρα. Η απόδοσή της
πλησίαζε τους 195 ίππους και η P-578, µολονότι δεν ήταν τόσο επαναστατική όσο τα αυτοκίνητα της
Lotus που σχεδίαζε ο χαρισµατικός πλην ριψοκίνδυνος Colin Chapman, έγραψε ιστορία σαν το πιο
επιτυχηµένο µονοθέσιο που κατασκεύασε ποτέ η BRM.
Εξακολούθησε, δε, να συµµετέχει σε αγώνες για πολλά χρόνια, αποσπώντας το χαϊδευτικό παρωνύµιο
«η Πιστή Γριά».