Με τον Ιρλανδό Patrick “Paddy” Hopkirk στο τιμόνι, το Mini Cooper S ήρθε πρώτο στη γενική κατάταξη στο Rally Μόντε Κάρλο, μια νίκη που δεν ήρθε στην τύχη, κάτι που απέδειξαν και οι άλλες δύο νίκες που κατέκτησαν οι Βρετανοί στον συγκεκριμένο αγώνα αλλά και οι πολλές αγωνιστικές επιτυχίες του Mini μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1960. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.
Διαβάστε επίσης: Με ρεκόρ όλων των εποχών έκλεισε το 2023 για το BMW Group
Στα τέλη της δεκαετίας του 1950, οι κορυφαίοι οδηγοί αγώνων ράλι οδηγούσαν κυρίως επιβλητικά και πολυτελή οχήματα διασχίζοντας τα δάση της Αγγλίας, τα ορεινά περάσματα της Γαλλίας ή πηγαίνοντας από τη Λιέγη στη Σόφια και πίσω.
Τα Austin Healey και Ford Falcon κυριαρχούσαν την εποχή εκείνη αποτελώντας το σημείο αναφοράς στα ράλι. Εκείνη την εποχή, ο Alec Issigonis κατασκεύασε για λογαριασμό της British Motor Corporation (BMC) το πιο σύγχρονο αυτοκίνητο της εποχής του: με τον εγκάρσια τοποθετημένο κινητήρα και κίνηση στους εμπρός τροχούς, το κλασικό Mini πληρούσε τα πρότυπα των μικρών αυτοκινήτων όταν έκανε το ντεμπούτο του το 1959.
Διαβάστε επίσης: Με 170 ίππους η “βασική” έκδοση του νέου MINI Countryman C
Όμως, για μία εντυπωσιακή καριέρα στον μηχανοκίνητο αθλητισμό χρειαζόταν και ένα δεύτερο ταλέντο από τον χώρο του αυτοκινήτου: και δεν ήταν άλλος από τον John Cooper. Έχοντας γίνει διάσημος ως οδηγός αγώνων και πλούσιος ως σχεδιαστής, πείστηκε αμέσως για τις σπορ δυνατότητες που έκρυβε μέσα του το κλασικό Mini.
Ο Cooper, ο οποίος δεν τοποθετούσε τον κινητήρα μπροστά από τον οδηγό στα μονοθέσια της F1, όπως συνηθιζόταν τότε, αλλά πίσω του, είπε με λίγα λόγια στον φίλο του Issigonis, ο οποίος έβλεπε το κλασικό Mini περισσότερο ως ένα αυτοκίνητο για όλους: “Είναι ένα αγωνιστικό αυτοκίνητο. Δώστε του περισσότερη ισχύ, βελτιώστε τα φρένα και κατασκευάστε το”. Έτσι γεννήθηκε ο “Φονέας Γιγάντων” της βρετανικής εταιρείας.
Το πρώτο Mini Cooper δημιουργήθηκε το 1960, και είχε ισχύ 55 ίππων, έναντι 34 του αρχικού Mini του 1959. Ήδη από το 1961, το Mini Cooper, το οποίο είχε μήκος μόλις τρία μέτρα, έφερε τα πάνω κάτω στους οδηγούς που αγαπούσαν την ταχύτητα.
Έκτοτε, ακόμη και οι λιγότερο εύποροι μπορούσαν να κινούνται το ίδιο γρήγορα με τους ιδιοκτήτες αμιγώς σπορ αυτοκινήτων και λιμουζινών με υψηλή ιπποδύναμη. Επίσης, στις ειδικές διαδρομές των αγώνων ράλι και στις πίστες, τα μικρά αγωνιστικά με τους στενούς τροχούς των δέκα ιντσών κέρδιζαν τα τρόπαια.
Το κλασικό Mini Cooper ήταν κομμένο και ραμμένο στα μέτρα των ειδικών διαδρομών των αγώνων ράλι της εποχής. Οι πολύ μικροί πρόβολοι του αμαξώματος εξασφάλιζαν ουδέτερη οδηγική συμπεριφορά, κάτι που ήταν πρωτόγνωρο για την εποχή και οι οδηγοί τους το εκμεταλλεύτηκαν αυτό στο έπακρο.
Ζυγίζοντας μόλις 650 κιλά, η αναλογία ισχύος/βάρους ήταν αποδεκτή με δεδομένη την όχι και τόσο υψηλή ισχύ των 55 ίππων ενός Rallye Mini της εποχής εκείνης. Αυτή η κατασκευή έμελλε να γίνει η απαρχή της περίφημης go-kart αίσθησης των αυτοκινήτων της εταιρείας.
Τον Μάιο του 1962, το Mini μπήκε για πρώτη φορά στη λίστα των νικητών ενός διεθνούς αγώνα ράλι. Στο International Tulip Rally, που περιελάμβανε μια μετ’ επιστροφής διαδρομή από τον ολλανδικό δήμο Noordwijk μέχρι τη γαλλική Ριβιέρα, η Pat Moss, αδελφή του τέσσερις φορές αντιπρωταθλητή κόσμου και 16 φορές νικητή σε Grand Prix, Stirling Moss, κατάφερε να πετύχει με το κλασικό Mini Cooper τον ταχύτερο χρόνο.
Επίσης, το 1962, ο αγωνιστικός διευθυντής της BMC, Stuart Turner, υπέγραψε συμβόλαιο με δύο μεγάλα ταλέντα από την Σκανδιναβία, τους Timo Makinen και Rauno Aaltonen, μαζί με τον Ιρλανδό Paddy Hopkirk. Οι Φιλανδοί ειδικοί στον πάγο και δεξιοτέχνες στο φρενάρισμα με το αριστερό πόδι μοιράζονταν την ίδια αγάπη για την έντονη επιτάχυνση – αλλά μέχρι εκεί. Κατά τα άλλα ήταν τελείως διαφορετικοί.
Στον Makinen δεν άρεσαν τα πολλά λόγια και έμεινε στην ιστορία ως ο ιπτάμενος Φιλανδός. Ο Aaltonen μιλούσε άπταιστα πέντε γλώσσες και ασχολήθηκε με τον μηχανοκίνητο αθλητισμό με επιστημονική σχολαστικότητα, γεγονός που του χάρισε αργότερα τον τίτλο του καθηγητή των ράλι.
Η βασική φιλοσοφία του οχήματος και οι τρεις κορυφαίοι οδηγοί ήταν σημαντικοί πυλώνες της επιτυχίας. Ακριβώς όπως και τα επαγγελματικά logistics που ανέπτυξε o Turner, ο οποίος έθεσε νέα πρότυπα όσον αφορά την οργάνωση των σέρβις στους αγώνες. Μάλιστα, ήταν ο πρώτος επικεφαλής ομάδας που έστειλε κατασκόπους στις ειδικές διαδρομές. Ο John Cooper συνέχισε να βελτιστοποιεί την χωρητικότητα του θαλάμου καύσης, με αποτέλεσμα την αύξηση του κυβισμού στα 1.071 κ.εκ. για τις ανάγκες της κατηγορίας “1100” και την άνοδο της απόδοσής του στους 90 ίππους στο μοντέλο που πήρε το όνομα Mini Cooper S.
Παρεμπιπτόντως, το Mini Cooper S ήταν παρόμοιο οπτικά με ένα συνηθισμένο Mini που μπορούσες να συναντήσεις στο δρόμο. Χωρίς σπορ πίσω πόρτα, ούτε και στροφόμετρο, παρά μόνο με ένα λεπτό πλαστικό τιμόνι και λιτά καθίσματα χωρίς πλευρική στήριξη. Ένα ράφι είχε πάρει τη θέση του ταμπλό, ενώ εξωτερικά ξεχώριζαν μόνο οι γάντζοι. Χάρη στον φειδωλό εξοπλισμό, επρόκειτο για ένα αυτοκίνητο με μικρό αποτύπωμα και βέλτιστη αξιοποίηση χώρου. Εν ολίγοις: ένα τολμηρά απλό αυτοκίνητο.
Το 1963, ο Rauno Aaltonen πήρε την πρώτη του νίκη στην κατηγορία. Και όμως, η επιτυχία στη γενική κατάταξη το 1964 ήταν μια μεγάλη έκπληξη για τον ανταγωνισμό – ο οποίος φαινόταν συντριπτικός καθώς 277 αυτοκίνητα έλαβαν μέρος στην 33η έκδοση του.
Η σχολαστική προετοιμασία και οι καιρικές συνθήκες με κύρια χαρακτηριστικά τον άφθονο πάγο και το πολύ χιόνι ευνόησαν το κλασικό Mini. Και έτσι εν μία νυκτί το αουτσάιντερ έγινε φαβορί αλλά και θρύλος του μηχανοκίνητου αθλητισμού.
Πάγος, χιόνι και 34 φουρκέτες σε 24 χιλιόμετρα
Η προτελευταία ειδική διαδρομή του αγώνα, αυτή που άνοιξε τον χειμώνα του 1964 το δρόμο για τη νίκη του Mini Cooper S με τον αριθμό #37 και την διάσημη έκτοτε πινακίδα κυκλοφορίας 33 EJB, ήταν κάτι σαν τη “Νύχτα των Μεγάλων Μαχαιριών”.
Κατά τη διάρκεια της ειδικής Col de Turini στις Γαλλικές Άλπεις, τα αυτοκίνητα έχουν να αντιμετωπίσουν 34 φουρκέτες σε μια διαδρομή 24 χιλιομέτρων – μια πραγματική πρόκληση σε χιόνι και πάγο σε υψόμετρο 1.600 μέτρων. Ο Hopkirk έφτασε στη γραμμή του τερματισμού μόλις 17 δευτερόλεπτα πίσω από τον πλησιέστερο αντίπαλό του, τον Bo Ljungfeldt, ο οποίος οδηγούσε το πολύ ισχυρότερο Ford Falcon με κινητήρα V8.
Λόγω των κανονισμών που ίσχυαν εκείνη την εποχή για την αντιστάθμιση των διαφορών βάρους και απόδοσης ανάμεσα στα αυτοκίνητα, το κλασικό Mini ήταν πρώτο στη γενική κατάταξη. Και υπερασπίστηκε επίσης το προβάδισμά του στην τελευταία γρήγορη ειδική στους δρόμους του Μόντε Κάρλο.
Όπως ήταν φυσικό, στην πατρίδα του κλασικού Mini, η νίκη γιορτάστηκε με ενθουσιασμό. Ο Hopkirk έλαβε συγχαρητήριο τηλεγράφημα από τη βρετανική κυβέρνηση και οι Beatles ήταν από τους πρώτους που τον συνεχάρησαν. “Ήρθε μια κάρτα με αυτόγραφο από τους Beatles“, αναπολεί αργότερα ο Hopkirk, η οποία έλεγε: “Τώρα είσαι ένας από εμάς, Paddy”. Σπουδαία ανάμνηση. Ο Hopkirk έγινε ένας ήρωας του μηχανοκίνητου αθλητισμού εν μία νυκτί και κάτι σαν το πέμπτο μέλος των Beatles.
Το κλασικό Mini συνέχισε να κυριαρχεί στο Ράλι Μόντε Κάρλο τα επόμενα χρόνια. Ο Makinen κέρδισε με μεγάλο προβάδισμα μόλις ένα χρόνο αργότερα. Η αύξηση της χωρητικότητας του κινητήρα στα 1.275 κ.εκ. βοήθησε επίσης. Ο Makinen ήταν ο μόνος συμμετέχων που δεν πήρε βαθμούς ποινής σε όλη την απόσταση του αγώνα.
Παρά τους τόνους χιονιού και πάγου, οι διοργανωτές είχαν προγραμματίσει μια δεύτερη νυχτερινή διαδρομή μέσω των Παράκτιων Άλπεων. Ο Makinen και το Mini Cooper S διατήρησαν την ψυχραιμία τους και κέρδισαν τις πέντε από τις έξι ειδικές διαδρομές του τελευταίου σκέλους.
Το 1966 θα μπορούσε να αποτελεί τον απόλυτο θρίαμβο με τα Mini να τερματίζουν στις τρεις πρώτες θέσεις. Ωστόσο, οι αγωνοδίκες απέκλεισαν και τα τρία οχήματα λόγω της φερόμενης μη συμμόρφωσης όσον αφορά την τεχνολογία φωτισμού τους – που περιελάμβανε τους χαρακτηριστικούς πρόσθετους προβολείς μπροστά από τη μάσκα του ψυγείου, οι οποίοι εξακολουθούν να αποτελούν ένα από τα πιο δημοφιλή αξεσουάρ της γκάμας της μάρκας μέχρι σήμερα.
Ακόμα και οι Γάλλοι λάτρεις των rally ντράπηκαν από τον αποκλεισμό. Αυτό υπογράμμισε το θρυλικό status του κλασικού Mini. Από τότε, οι Aaltonen, Makinen και Hopkirk θεωρούνταν οι “Τρεις Σωματοφύλακες” – και οι πωλήσεις του κλασικού Mini εκτοξεύτηκαν στα ύψη. Το 1967 ο Aaltonen πήρε τη νίκη στη γενική κατάταξη – εν τούτοις άρχισε να διαφαίνεται το τέλος μιας εποχής. Την επόμενη χρονιά, ο Vic Elford κέρδισε με μια Porsche 911 και ο Aaltonen έσωσε την τιμή του κλασικού Mini με την τρίτη θέση.
Το 1970 ήρθε το οριστικό τέλος. Ο όμιλος Leyland αντιμετώπισε οικονομικές δυσκολίες και ένα συναρπαστικό κεφάλαιο στην ιστορία του μηχανοκίνητου αθλητισμού έκλεισε. Τον Ιούλιο του 1971, το τελευταίο Mini Cooper S βγήκε από τη γραμμή συναρμολόγησης.