Ο Αλέκος Τζανετάκος γεννήθηκε το 1937 στα Μανιάτικα του Πειραιά και σπούδασε θέατρο στη Δραματική Σχολή του Θεάτρου Τέχνης του Καρόλου Κουν και κινηματογράφο στην Ανωτέρα Σχολή Κινηματογράφου του Λυκούργου Σταυράκου. Έπαιξε σε πολλές θεατρικές παραστάσεις και σε περισσότερες από 73 κινηματογραφικές ταινίες, κυρίως παραγωγής της Φίνος Φιλμ, μιας που όπως έλεγε και ο ίδιος ήταν το αγαπημένο παιδί του Φίνου. Ο Τζανετάκος ξεχώριζε για δύο λόγους στο ελληνικό σινεμά, ο πρώτος ήταν οι αμέτρητες σφαλιάρες που εισέπραττε σε κάθε ταινία, γεγονός που του χάρισε το παρατσούκλι “καρπαζοεισπράκτορας” και ο δεύτερος ήταν πως από τη στιγμή που το απέκτησε και ύστερα συμπρωταγωνιστούσε πάντα με το αυτοκίνητό του, την αγαπημένη του Lancia Fulvia Coupe.
Η πρώτη επαφή με το αυτοκίνητο
Πέραν λοιπόν της υποκριτικής, ο Αλέκος Τζανετάκος είχε μία ακόμη μεγάλη αγάπη στη ζωή του, την αυτοκίνηση. Αγαπούσε πολύ την οδήγηση, τα αυτοκίνητα, την ταχύτητα και τα ράλι. Η σχέση του με το αυτοκίνητο ξεκίνησε επεισοδιακά, όταν ακόμα ήταν μαθητής του σχολείου και κατοικούσε στο πατρικό του σπίτι. Μία μέρα η οικογένεια δέχτηκε φιλική επίσκεψη, με τους καλεσμένους να καταφθάνουν με ένα Opel. Ο μικρός Αλέκος ξεκίνησε να ψάχνει τρόπο να ξεγλιστρήσει από το σπίτι και να κάνει βόλτα με το Opel στη γειτονιά. Έτσι λοιπόν, φορώντας μαύρα γυαλιά ηλίου και τη ρεπούμπλικα του πατέρα του, μπαίνει στο αυτοκίνητο και βρίσκεται για πρώτη φορά στη ζωή του στο κάθισμα του οδηγού, πασχίζοντας να βάλει μπροστά και να μετακινήσει το ξένο Opel, όσο οι γονείς του περνούσαν χρόνο με τους καλεσμένους τους. Η πρώτη αυτή επαφή ήταν αρκετή για να κυλήσει ο ιός της αυτοκίνησης στις φλέβες του Αλέκου Τζανετάκου.
Ντεμπούτο σε σινεμά, θέατρο και ράλι
Ο κινηματογράφος έρχεται στη ζωή του Τζανετάκου το 1956, με την πρώτη του συμμετοχή να είναι στην ταινία «Ο Δράκος», ενώ το θεατρικό του ντεμπούτο πραγματοποιήθηκε το 1957 με το θίασο των Αλέκου Σακελλάριου και Χρήστου Γιαννακόπουλου στο έργο «Οι δικοί μας άνθρωποι». Λίγα χρόνια αργότερα, το 1963 θα κάνει ντεμπούτο και στους αγώνες ταχύτητας, όντας συνοδηγός του χορευτή Τάκη Βαρλάμου στο Μαρτιάτικο Εαρινό Ράλι των 470 χλμ. Στη συνέχεια θα περάσει στο διπλανό κάθισμα και πίσω από το τιμόνι μιας Saab 96 με δίχρονο κινητήρα 841 κ.εκ. θα τρέξει σε αρκετούς ελληνικούς αγώνες, κυρίως αναβάσεις, ξεκινώντας από την Πάρνηθα, στο Εαρινό Ράλι του 1964, όπου θα καταφέρει να στεφθεί νικητής στην κλάση των 850 κ.εκ. με χρόνο 8:22.7, ρεκόρ που κατέχει μέχρι σήμερα. Θα συνεχίσει στη Ριτσώνα το 1964, όπου θα καταλήξει 17ος, στην Πάρνηθα το 1965 όπου θα καταλήξει 23ος με χρόνο 8:20.6 αλλά και το 1966 που θα τερματίσει 35ος με χρόνο 8:48.6.
Η υποδοχή του στον κόσμο των ράλι, όπως ο ίδιος την είχε αφηγηθεί σε παλαιότερη τηλεοπτική συνέντευξη, δεν ήταν καθόλου θερμή καθώς την πρώτη φορά που βρέθηκε στην Ανάβαση Πάρνηθας άκουσε τους υπόλοιπους αγωνιζόμενους να σχολιάζουν λέγοντας “Καλά, τι θέλει ρε ο θεατρίνος εδώ; Τι νομίζει ότι είναι εδώ, θέατρα; Εδώ είναι αντρικά πράγματα, δεν είναι για θεατρίνους…”. Ο Τζανετάκος σιώπησε και προτίμησε να μιλήσει με τις πράξεις του, καθώς ο αγώνας ξεκίνησε με τον ίδιο να κερδίζει τρόπαιο και γυρίζοντας προς το μέρος των υπολοίπων που σχολίαζαν νωρίτερα, να τους λέει “παιδιά, κάτι λέγατε πριν…”. Έκτοτε, όπως δήλωνε ο ηθοποιός, ακολούθησαν πολλοί αγώνες, αναβάσεις και σιρκουί σε Ριτσώνα, Τατόι και Πάρνηθα, στους οποίους κατάφερε να κερδίσει περισσότερες από δέκα φορές και να μαζέψει αρκετά κύπελλα. Μάλιστα είχε πει χαρακτηριστικά πως κατέχει δύο ρεκόρ στην ανάβαση Πάρνηθας, όπου κέρδισε το πρώτο κύπελλο κατάρριψης επίδοσης και το ρεκόρ χρόνου στην κλάση των 850 κ.εκ., το οποίο δεν έχει σπάσει έως σήμερα και το κατέχει ακόμη, καθώς δεν υπάρχει πλέον αυτή η κατηγορία. Δυστυχώς δεν καταφέραμε να εντοπίσουμε όλες τις συμμετοχές και τις νίκες στις οποίες αναφέρεται ο ηθοποιός, πέραν όσων αναφέραμε παραπάνω, ωστόσο μικρή σημασία θα είχε ένα ευρετήριο αγώνων και χρόνων, καθώς η αδιαμφισβήτητη ουσία που καταγράφεται εδώ είναι η αγάπη του Αλέκου Τζανετάκου για την αυτοκίνηση και τα ράλι, όπως άλλωστε ο ίδιος δήλωνε “εγώ δεν πήγα να κάνω ούτε πρωταθλητισμό, ούτε τίποτα τέτοιο, απλώς αγάπησα το αυτοκίνητο”.
Ηθοποιός και κασκαντέρ
Ο Αλέκος Τζανετάκος είχε σίγουρα ταλέντο στην οδήγηση και αυτό πέραν των αγώνων το αποδείκνυε και κινηματογραφικά. Όπως έλεγε σε συνέντευξη που είχε παραχωρήσει στην εφημερίδα “Το Βήμα” το 1996, “Εγώ ήμουν ο κασκαντέρ για κάθε επικίνδυνη σκηνή με αυτοκίνητο στις ελληνικές ταινίες. Έτρεχα σε αγώνες και ήξερα καλά τα αυτοκίνητα. Φανταστείτε πως όταν ο Φίνος ήθελε να δανείσει τα αυτοκίνητά του για το γύρισμα κάποιας ταινίας ρωτούσε “Είναι εκεί ο Τζαννετάκος;”. Πάντως όταν γύριζα ταινίες μαζί του με έβαζε να υπογράφω, ότι όσο διαρκούν τα γυρίσματα δεν θα τρέχω σε αγώνες αυτοκινήτων. (…) Όταν ήρθε στην Ελλάδα ο Ανρί Βερνέιγ για να γυρίσει την κινηματογραφική ταινία “Le Casse” με τον Ζαν-Πολ Μπελμοντό και τον Ομάρ Σαρίφ, μου πρότειναν να ντουμπλάρω τον Μπελμοντό στις επικίνδυνες σκηνές καταδίωξης με το αυτοκίνητο. Έχασα τη δουλειά γιατί του ζήτησα μόνο 80.000 δραχμές. Ο Σαμιώτης, που με είχε πάει εκεί, μου είπε μετά “Σε πέρασε για ψώνιο. Έπρεπε να ζητήσεις 3-4 εκατομμύρια! Κοκάλωσα”.
Η Lancia Fulvia Coupe
Το 1966 μπαίνει στη ζωή του ο πρώτος τετράτροχος μεγάλος του έρωτας, μια πορτοκαλί Lancia Fulvia Coupe ΜΚ1 του 1965, με αριθμό κυκλοφορίας 201789, εξοπλισμένη με κινητήρα 1200 κ.εκ. που απέδιδε 80 ίππους. Το συγκεκριμένο αυτοκίνητο είναι ένα από τα πλέον προβεβλημένα αυτοκίνητα στον κόσμο, καθώς έχει πρωταγωνιστήσει στο πλάι του Αλέκου Τζανετάκου σε δεκάδες ελληνικές ταινίες της εποχής, μεταξύ των οποίων είναι οι εξής: “Ο μπαμπάς μου ο τεντιμπόης” (1966)”, “Ο μεθύστακας του λιμανιού” (1967), “Πατέρα κάτσε φρόνιμα” (1967), “Καπετάν φάντης μπαστούνι” (1968), “Ο Γίγας της Κυψέλης” (1968), “Το θύμα” (1969), “Ο παραγιός μου ο ραλίστας” (1971), “Ένας ξένοιαστος παλαβιάρης” (1971) και άλλες. Μάλιστα στις δύο τελευταίες ταινίες βλέπουμε πως έχουν προστεθεί τα διακριτικά HF στα φτερά του αυτοκινήτου, τα οποία δεν υπήρχαν παλαιότερα.
Η Lancia Flavia Coupe
Έναν έρωτα τον ξεπερνάς με έναν άλλο όπως λέει η λαϊκή ρήση, έτσι συνέβη και στην περίπτωση του Αλέκου Τζανετάκου, όταν ξαφνικά μπήκε στη ζωή του μία νέα Lancia, “η μεγάλη του γκόμενα” όπως την αποκαλούσε, μία μπορντό Flavia 2000 Coupe HF, μοντέλο του 1970, που πολλοί αποκαλούν ως την τελευταία Vera (γνήσια) Lancia. Ευτυχώς για τον ίδιο, η διγαμία επιτρέπεται στην αυτοκίνηση και έτσι δε χρειάστηκε να αποχωριστεί την προηγούμενη αγάπη του. H Flavia είχε δίλιτρο κινητήρα που απέδιδε 126 ίππους, ενώ αντί για καρμπυρατέρ διέθετε injection ή όπως θα έλεγαν και οι Ιταλοί, iniezione. Ο ηθοποιός δήλωνε πως πρόκειται για ένα από τα δύο αυτοκίνητα που επιμελήθηκε ο ίδιος ο Agnelli για να γίνουν. Σύμφωνα πάντα με τα λεγόμενά του, το ένα κατείχε αυτός και το άλλο ο πρίγκηπας Ρενιέ Γ΄ του Μονακό, ενώ ήταν το μοναδικό που κυκλοφορούσε στην Ελλάδα.
Επίλογος
Ο Αλέκος Τζανετάκος δεν παντρεύτηκε ποτέ, ωστόσο έκανε 17 αρραβώνες. Πολλές ήταν οι γυναίκες που πέρασαν από τη ζωή του, στον τομέα της αυτοκίνησης όμως είχε λίγους και δυνατούς έρωτες που κράτησαν μέχρι το τέλος. Όταν έφυγε από κοντά μας, τον Απρίλιο του 2010, οι δύο του λατρεμένες Lancia ήταν κοντά του, στο εξοχικό του σπίτι, στο Κάτω Διμηνιό Κορινθίας, εκεί που είχε αποσυρθεί τα τελευταία χρόνια της ζωής του. Εν κατακλείδι ο Αλέκος Τζανετάκος ήταν ένας σπουδαίος κωμικός, εξαιρετικά ταλαντούχος ηθοποιός, ένας δεινός οδηγός και πέρα από αυτά ένας άνθρωπος που αγάπησε πολύ το αυτοκίνητο!