Η ομορφιά θεωρείται κάτι πολύ σχετικό γενικώς, όμως για τους λάτρεις των αγώνων αυτοκινήτου ένα μηχανοκίνητο «πλάσμα» σαν το Lexus LC 500 θα μπορούσε να είναι ο ορισμός του (άγριου) κάλλους.
Μολονότι τυγχάνει σχετικά μικρής προβολής εκτός Ιαπωνίας ή, έστω, Ασίας, το πρωτάθλημα αυτοκινήτων τουρισμού Super GT είναι ίσως το ταχύτερο και το πιο σκληρό, κατά συνέπεια και από τα πλέον συναρπαστικά στον κόσμο. Σε αυτή την αρένα και δη στην πιο μεγάλη και ένδοξη κατηγορία, την GT 500, χτυπιούνται ανελέητα οι μεγάλοι παραδοσιακοί και καταξιωμένοι Ιάπωνες κατασκευαστές: Toyota (Lexus), Honda, Nissan.
Τα αυτοκίνητα θυμίζουν μοντέλα παραγωγής, στο πρότυπο πρωταθλημάτων όπως το DTM ή το NASCAR. Και όπως συμβαίνει σε τέτοιου είδους μηχανοκίνητους αγώνες, τα αγωνιστικά έχουν μόνο οπτικές ομοιότητες με τα «πολιτικά», καθώς στο Super GT συμμετέχουν θηρία, με ιπποδύναμη που αγγίζει τα 600 άλογα. Παρά τις ανησυχίες των διοργανωτών για τις ολοένα και μεγαλύτερες ταχύτητες και τους κινδύνους, παρά τους αεροδυναμικούς περιορισμούς, τα αυτοκίνητα του πιο δημοφιλούς ιαπωνικού πρωταθλήματος διατηρούν μεγάλο κομμάτι της ουσίας του σπορ: το ατόφιο, ωμό γκάζι.
Ένα επιπλέον στοιχείο που προσθέτει σημαντικά στη γοητεία των Super GT είναι η όψη των αυτοκινήτων, τα οποία είναι άγρια, πρησμένα, «κακά» – με την καλή έννοια, καθώς η όψη τους συνάδει τόσο με τη δύναμη όσο και τις επιδόσεις τους. Τα GT 500 υπολείπονται ελάχιστα από πρωτότυπα μεγαλύτερων κατηγοριών, όπως π.χ. εκείνα του Le Mans.
Την προηγούμενη χρονιά, η οποία ήταν γεμάτη ένταση και αμφίρροπους αγώνες, με αγωνία για την έκβαση της μάχης για τον τίτλο ώς την τελευταία κούρσα, το πρωτάθλημα GT 500 κατέκτησε η Lexus. Το LC 500 κατάφερε να νικήσει τους εξαιρετικά ικανούς αντιπάλους στην πρώτη κιόλας χρονιά της συμμετοχής του στο πρωτάθλημα Super GT. Με τον δίλιτρο, τετρακύλινδρο τούρμπο κινητήρα και όλη την τεχνολογία της Toyota, το Lexus LC 500 ανέβηκε τελικά στην κορυφή του βάθρου – ή του εμβληματικού βουνού Φούτζι, αν προτιμά κανείς μια αυθεντική ιαπωνική μεταφορά.