Το 1926, δημιουργήθηκε στη Bologna (Μπολόνια) της Ιταλίας, η Società Scientifica Radio Brevetti Ducati. Η γνωστή και δημοφιλής σήμερα, εταιρεία κατασκευής μοτοσικλετών, ιδρύθηκε από τον Antonio Cavallieri Ducati και τους 3 γιους του, Adriano, Marcello και Bruno. Αρχικά η παραγωγή της περιορίστηκε συστατικά ραδιοφώνου, ωστόσο μια δεκαετία αργότερα η φίρμα μεγάλωσε και απέκτησε δικό της εργοστάσιο. Μετά τον Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο, η οικογένεια Ducati συνέχισε να αναπτύσσεται και το 1950 ξεκίνησε να πουλά μοτοσικλέτες με κινητήρα cucciolo (που σημαίνει κουτάβι). Σύντομα η ονομασία Ducati Cucciolo αντικαταστάθηκε από την Ducati 55M και η παραγωγή μοτοσικλετών πήρε το δρόμο της. Μέχρι σήμερα, η ιταλική εταιρεία έχει παρουσιάσει μοντέλα διαφορετικού ύφους και κατηγοριών, με κοινό χαρακτηριστικό την έντονη προσωπικότητα που εξιτάρει τους αναβάτες σε ολόκληρο τον κόσμο.
Το 1918, γεννήθηκε στο Λος Άντζελες, ο Johnnie Woodrow Parsons (Τζόνι Γούντροου Πάρσονς). Αν και στην καριέρα του δεν κατέκτησε πολλούς τίτλους, γράφτηκε στην ιστορία. Το 1950, αναδείχθηκε νικητής κατά το ντεμπούτο του στον αγώνα Indianapolis 500, οδηγώντας Kurtis Kraft-Offenhauser. Καθώς τότε ο αγώνας προσμετρούσε και στο -νεοσυσταθέν το 1950- Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Formula 1, ο Parsons έγινε ένας από τους μόλις 3 (Nino Farina και Giancarlo Baghetti οι άλλοι δύο) οδηγούς στην ιστορία της F1, που κατέκτησε νίκη στον πρώτο τους αγώνα. Στα αξιοσημείωτα, είναι το γεγονός ότι το κύπελλο της νίκης είχε λανθασμένα γραμμένο το όνομά του, καθώς έγραφε Johnny και όχι Johnnie…
Photo: Indyracingmuseum
Το 1948, γεννήθηκε στην Pontcharra της Γαλλίας, ο Rene Arnoux (Ρενέ Αρνού). Οδηγός της Formula 1 που αν και δεν κατέκτησε πρωτάθλημα, έκανε αισθητή την παρουσία του στο θεσμό, αγωνιζόμενος από το 1978 έως το 1989, έχοντας ως καλύτερο πλασάρισμα την 3η θέση του 1983, με Ferrari. Στην F1 αγωνίστηκε 165 φορές, κατακτώντας 7 νίκες και ανεβαίνοντας 22 φορές στο βάθρο, ενώ οδήγησε για τις Martini, Surtees, Renault, Ferrari, Ligier. Ιστορική έχει μείνει η μονομαχία του στο GP Γαλλίας (Dijon) με τον Gilles Villeneuve, για τη 2η δεύτερη θέση της τελικής κατάταξης, η οποία τελικά κατέληξε για λίγα εκατοστά του δευτερολέπτου στον Καναδό.