Το Suzuki Ignis αποτέλεσε από την πρώτη του εμφάνιση μία ελκυστική επιλογή και με το καλημέρα κέρδισε σημαντική θέση στην παγκόσμια αγορά. Πλέον, με την αξιοπιστία, την απλότητα και την πρακτικότητα του έχει γίνει το μοντέλο που δύσκολα θα άλλαζε κάποιος ιδιοκτήτης για τις αστικές του μετακινήσεις… και όχι μόνο. Πάμε να το γνωρίσουμε πιο αναλυτικά!
Στο συγκεκριμένο μοντέλο έχουμε ξανά αναφερθεί εκτενώς στο παρελθόν με δοκιμές τόσο στην 2WD έκδοση, όσο και στην τετρακίνητη AllGrip. Συνεπώς αυτή τη φορά θα δώσουμε έμφαση στον τρόπο με τον οποίο συμπεριφέρεται το αυτόματο κιβώτιο μεταβαλλόμενης σχέσης (CVT). Το αυτοκίνητο της δοκιμής, όπως και όλα τα Ignis με αυτόματο κιβώτιο, δεν φέρει σύστημα τετρακίνησης, ενώ εξοπλίζεται με την πλουσιότερη έκδοση GLX.
Το Suzuki Ignis διατηρεί το νεανικό και μοντέρνο του χαρακτήρα, αλλά έχει δεχθεί μερικές εξωτερικές αλλαγές που υπενθυμίζουν ότι πρόκειται για ένα αυτοκίνητο μήκους χαμηλότερου από τα 4 μέτρα (3,7 για την ακρίβεια) που μπορεί να κινηθεί και σε εκτός δρόμου διαδρομές. Στο εμπρός μέρος συναντάμε νέο προφυλακτήρα και ανασχεδιασμένη μάσκα. Στο κατώτερο σημείο υπάρχει μία ασημένια προσθήκη που τονίζει ακόμα περισσότερο την crossover αισθητική του μοντέλου, ενώ το ίδιο ισχύει και στο πίσω μέρος, με το νέο προφυλακτήρα να αποκτά παρόμοια αισθητική. Οι εξωτερικές αλλαγές ολοκληρώνονται με μία χρωματική παλέτα, όπου προστέθηκαν νέοι κωδικοί μεταλλικών χρωμάτων.
Πρακτικότητα που δεν συναντάς σε τόσο μικρά αυτοκίνητα
Η καμπίνα του Suzuki Ignis έχει σχεδιαστεί με έναν και μόνο στόχο. Να μεταφερθούν όσο το δυνατόν πιο άνετα και ευχάριστα οι επιβάτες στον προορισμό τους. Οι επιφάνειες των παραθύρων είναι μεγάλες, προσφέροντας άπλετο φως στο εσωτερικό και καλή περιμετρική ορατότητα. Πίσω από το τριάκτινο πολυλειτουργικό τιμόνι βρίσκεται ένας ευανάγνωστος πίνακας οργάνων, με το πιο ξεχωριστό στοιχείο του, πέρα από τον υπολογιστή ταξιδιού, να είναι η κατάσταση φόρτισης. Ενημερώνει τον οδηγό πότε η μπαταρία φορτίζεται, πότε είναι αδρανής, πότε παρέχει ενέργεια στον κινητήρα, αλλά και το επίπεδο φόρτισης. Για την ενημέρωση και ψυχαγωγία των επιβατών υπάρχει η οθόνη αφής μεγέθους 7 ιντσών (στην πλούσια έκδοση). Είναι απλή στη χρήση και ευανάγνωστη, ενώ η εξοικείωση με τις λειτουργίες της ήταν άμεση. Προσφέρει συνδεσιμότητα με την έξυπνη συσκευή σας, αλλά και κάμερα οπισθοπορείας. Ακριβώς κάτω από την οθόνη βρίσκονται τα χειριστήρια του συστήματος κλιματισμού, με τη ρύθμιση να γίνεται από φυσικά κουμπιά (αυτόματος κλιματισμός υπάρχει αποκλειστικά στην έκδοση δοκιμής). Τέλος, ένα από τα πιο σημαντικά στοιχεία είναι η “πολυμορφικότητα” της καμπίνας. Τα καθίσματα είναι διαιρούμενα (50/50), ανακλινόμενα και συρόμενα (πλην της βασικής έκδοσης), ώστε να αυξάνεται ο χώρος αποσκευών. Έτσι, από τα 260 λίτρα μπορεί να φτάσει στη μέγιστη τιμή των 1.100 λίτρων.
Επιμένει υβριδικά και προσφέρει οικονομία
Κάτω από το καπό έχουμε έναν συνδυασμό ατμοσφαιρικού κινητήρα βενζίνης και ήπιου υβριδικού συστήματος. Ο τετρακύλινδρος κινητήρας με μεταβλητό χρονισμό και χωρητικότητα 1.197 κ.εκ. “συνεργάζεται” με το Suzuki Hybrid 12V. Το σύστημα τροφοδοτείται από μπαταρία ιόντων λιθίου. Βρίσκεται κάτω από το κάθισμα του οδηγού και η χωρητικότητα αγγίζει τα 10 Ah. Φορτίζεται κατά την επιβράδυνση από την κινητική ενέργεια μέσω της γεννήτριας ISG. Η τελευταία λειτουργεί ως εκκινητής κάνοντας το σύστημα Start/Stop ταχύτατο, αλλά ταυτόχρονα προσφέρει επιπλέον ροπή στον κινητήρα. Το αποτέλεσμα είναι η συνδυαστική ισχύς να αγγίζει τους 83 ίππους στις 6.000 σ.α.λ., ενώ η ροπή φτάνει στα 107 Nm στις 2.800 σ.α.λ. Ενδεικτικά, για τα 0-100 χλμ/ώρα απαιτούνται 12,4 δευτερόλεπτα και η τελική ταχύτητα αγγίζει τα 155 χλμ/ώρα.
Στην πράξη: Φτιαγμένο για πόλη… και ελληνικούς δρόμους!
Από τα πρώτα κιόλας χιλιόμετρα διαπιστώνει κανείς ότι το Suzuki Ignis κάνει ακριβώς αυτά που υπόσχεται, αλλά τα κάνει καλά. Στο χάος της πόλης επιβιώνει υποδειγματικά και κινείται ευέλικτα. Το μαλακό “set-up” της ανάρτησης και το αυξημένο ύψος των 18 εκατοστών από το έδαφος εξαφανίζουν κάθε ανωμαλία του οδοστρώματος, ενώ προσφέρουν και δυνατότητα εξερεύνησης δύσβατων περιοχών. Με ταχύτερο ρυθμό, σε εκτός πόλης “σφικτές” διαδρομές, δεν αργούν να εμφανιστούν οι κλίσεις του αμαξώματος και η υπενθύμιση ότι τα ελαστικά είναι στενά (175/60 R16), βάζοντας προοδευτικά τα όρια στον οδηγό. Οι 83 ίπποι είναι αρκετοί για να κινήσουν σβέλτα το αμάξωμα των κάτω των 1.000 κιλών, ενώ το σύστημα πέδησης δεν θα προβληματίσει σε απόδοση ή αίσθηση, παρά την ύπαρξη ταμπούρων στον πίσω άξονα. Ασφαλώς δεν θα μπορούσαμε να μην αναφερθούμε και στο αυτόματο κιβώτιο μεταβαλλόμενης σχέσεις (CVT), το οποίο έρχεται να διευκολύνει ακόμα περισσότερο τις μετακινήσεις μέσα στην πόλη. Μπορεί να “μηδενίζει” κάθε έννοια συμμετοχής οδήγησης, αλλά δεν παύει να είναι εξαιρετικά φιλικό προς τον χρήστη, αν και γίνεται θορυβώδες μόλις το γκάζι βυθιστεί στο πάτωμα. Βέβαια, αξίζει να αναφέρουμε ότι υπάρχουν και paddles πίσω από το τιμόνι για “εικονικές” αλλαγές, τα οποία για να είμαι ειλικρινής χρησιμοποιήθηκαν ελάχιστα, περισσότερο για “αναγνωριστικούς” λόγους. Σχετικά με την κατανάλωση, κατά τη διάρκεια της δοκιμής κινηθήκαμε κυρίως σε αστικό περιβάλλον και ο πίνακας οργάνων έδειξε 6,2 λτ./100 χλμ. (5,4-5,5 λτ./100 χλμ. ανακοινώνει η επίσημη αντιπροσωπεία).
Η τιμή του Suzuki Ignis με το αυτόματο κιβώτιο ταχυτήτων CVT που προσφέρεται αποκλειστικά με μετάδοση στους δύο τροχούς (2WD), ξεκινά από τα 19.630 ευρώ στην εξοπλιστική έκδοση GL+. Για την πλουσιότερη έκδοση GLX, όπως αυτή του αυτοκινήτου δοκιμής, η τιμή αυξάνεται στα 21.130 ευρώ. Αν πάλι θέλετε το χειροκίνητο κιβώτιο, τότε να σας πούμε πως η τιμή του αυτοκινήτου ξεκινά από τα 16.630 ευρώ στην βασική εξοπλιστική έκδοση GL Hybrid.