Όταν θα τα ξαναπούμε από τη στήλη αυτή θα είμαστε πολύ κοντά στις δυο εκλογικές αναμετρήσεις του Μαΐου και – με τα όποια αποτελέσματα – θα μπούμε στο καλοκαίρι μετρώντας τις ημέρες για να πάμε σε εθνικές εκλογές.
Όταν μπήκαμε στην κρίση, που οι περισσότεροι Έλληνες την πληρώσαμε πολύ ακριβά, πολλοί πιστέψαμε πως είναι ευκαιρία ό,τι δεν έγινε από τη δολοφονία του Καποδίστρια και μετά να γίνει στη διάρκεια της κρίσης.
Ελπίζαμε να αφήσουμε πίσω τις παθογένειες του ελληνικού κράτους και, εκσυγχρονισμένοι πλέον, να ταξιδέψουμε ολοταχώς προς ένα υγιές μέλλον. Δυστυχώς, η ευκαιρία χάθηκε και εξακολουθούμε να πορευόμαστε σαν χαμένο καράβι μέσα σε πυκνή ομίχλη και με ραντάρ εκτός λειτουργίας.
Πιο κοντόφθαλμη συμπεριφορά από αυτή που επέδειξαν οι ενασχολούμενοι με την πολιτική πεθαίνεις. Δεν φταίνε ούτε οι κακοί ξένοι, ούτε η κακή μας τύχη, γιατί την τύχη του ο καθένας τη διαμορφώνει μόνος του. Η ανοησία που μας δέρνει είναι η αιτία, με τους πολιτικούς που στέλνουμε στη Βουλή και λειτουργούν σαν παράγοντες ποδοσφαίρου.
Και για να μην παρεξηγηθώ ότι κάνω αβάντα σε κάποιο συγκεκριμένο κόμμα, μιλώ από τη μεταπολίτευση και μετά γενικώς. Έχουμε στείλει ανεκδιήγητους τύπους στη Βουλή, άνδρες και γυναίκες, ορμώμενοι ή από προσωπικό συμφέρον ή από πλήρη άγνοια για το ποιον ή ποια ψηφίζουμε.
Αναμφίβολα και τα δυο είναι η αιτία της σημερινής – αλλά φοβάμαι και μελλοντικής μας – κατάντιας.