Είναι η πρώτη μοτοσυκλέτα που βγαίνει από τη γραμμή παραγωγής της Ducati, εφοδιασμένη με κινητήρα όχι δικύλινδρο V-90, όπως όλες οι συγγενείς της, αλλά τετρακύλινδρο V4, βγαλμένο μάλιστα κατ’ ευθείαν από το MotoGP.
Οι φήμες υποστήριζαν ήδη εδώ και μια τριετία ότι η Ducati θα την έβαζε τη βόμβα στα θεμέλια των πεποιθήσεών της περί V2 κινητήρων και θα έβγαζε – λέει – στην παραγωγή μια μοτοσυκλέτα εφοδιασμένη με έναν κινητήρα που προέρχεται και εξελίχθηκε στο απόλυτο και απαιτητικό περιβάλλον του MotoGP.
Αναστολές υπήρχαν πολλές – από την παρέκκλιση ως προς τη βασική ιδέα ότι οι Ducati είναι δικύλινδρες, έως το δυσθεώρητο κόστος ενός τέτοιου κινητήρα. Ευτυχώς για όλους, επικράτησε η σαρωτική ανάγκη για πρόοδο και παράδοση κάθε νέας τεχνολογίας στο κοινό, και η Ducati Panigale V4 βρήκε τον δρόμο για την παραγωγή.
Η μοτοσυκλέτα έπρεπε να διανθιστεί με το ανάλογο πακέτο και αίγλη. Ο πήχης στην απόλυτη κατηγορία των Superbikes βρίσκεται πολύ ψηλά και η V4 έπρεπε όχι απλά να τον περνά αλλά να τον ανεβάσει ακόμη περισσότερο. Όπερ και εγένετο…
Η νέα Ducati Panigale V4, με απλά και λιτά λόγια, είναι η ισχυρότερη Superbike που έχει βγει σε παραγωγή και ταυτόχρονα η ελαφρύτερη. Με τη διαίρεση αυτών των δύο διαθέτει και την καλύτερη αναλογία κιλών ανά ίππο που έχει να επιδείξει η κατηγορία, ενώ είναι φορτωμένη με τόση τεχνολογία, ηλεκτρονικά συστήματα και βοηθήματα που χρειάζεται ειδικό σεμινάριο για να αναλυθούν.
Πέραν των δεδομένων που έγιναν αποδεκτά έναντι της σκληροπυρηνικής ιδέας, τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά έμειναν ως έπρεπε. Η νέα Ducati Panigale V4 είναι κόκκινη, φορά μονόμπρατσο ψαλίδι και ο ήχος που αναδίδει δεν αφήνει αμφιβολίες για το θηρίο που ζει στα σωθικά της.
Ο Desmocedici Stradale, όπως είναι το όνομα του κινητήρα των 1.103 cc, με 214 ίππους στην απλή έκδοση και 226 στη Speciale, δεν αφήνει περιθώρια να συγκριθεί, επισημοποιώντας κάτι που χαρακτηρίζει τη Ducati και στο MotoGP – όλοι μιλούν για τις υψηλότερες τελικές και τους ισχυρότερους κινητήρες. Το δεσμοδρομικό σύστημα βαλβίδων επιτρέπει ρυθμούς περιστροφής έως και τις 13.000, περιοχή που αποδίδει τη μέγιστη ισχύ, ενώ ανάλογη είναι και η ροπή (12,4 kgm/ 10.000 σ.α.λ.), δημιουργώντας την πιο γεμάτη απόδοση κινητήρα τόσο σε ψηλούς όσο και χαμηλούς ρυθμούς περιστροφής.
Η συνεργασία με το Ducati Corse κατέστησε δυνατή την εξέλιξη ενός κινητήρα που είναι ελαφρύς, συμπαγής και υψηλής απόδοσης. Με 64,5 κιλά βάρος, ο Desmosedici Stradale είναι μόλις δύο κιλά βαρύτερος από τον δικύλινδρο Superquadro των 1,285 cc. Για την Ducati, η διάταξη του V4 στις 90° είναι η επιτομή της σπορ έκφρασής της για έναν κινητήρα μοτοσυκλέτας.
Στις μοτοσυκλέτες δρόμου ο στροφαλοφόρος έχει φορά προς την ίδια κατεύθυνση με τους τροχούς. Αντίθετα, στο MotoGP έχει φορά προς την αντίθετη κατεύθυνση. Ο Desmosedici Stradale δανείστηκε αυτή τη λύση από το MotoGP που αντισταθμίζει μέρος του γυροσκοπικού φαινομένου που παράγεται από τους τροχούς, καθιστώντας τη μοτοσυκλέτα πιο ευέλικτη στις αλλαγές κατεύθυνσης. Ο στροφαλοφόρος αντίθετης φοράς δημιουργεί επίσης μια ροπή, λόγω αδράνειας, που τείνει να κρατά κάτω τον μπροστά τροχό κατά την επιτάχυνση και τον πίσω άκρο στα φρένα, μειώνοντας έτσι το φαινόμενο της σούζας.
Το πλαίσιο είναι εντελώς νέο και σκόπιμα ορατό, δίνοντας θέα σε μια νότα χυτού πλαισίου που επίσης δείχνει αναθεώρηση στις ιστορικές αξίες των δικτυωτών πλαισίων. Το εμπρόσθιο τμήμα του επιτρέπει – σε σύγκριση με το Monocoque – τη «μείωση» της στρεπτικής και πλευρικής ακαμψίας ώστε να προσδίδει ένα ποσοστό πολυπόθητης ελαστικότητας για να απορροφά καλύτερα τις ανωμαλίες του δρόμου.
Το σημαντικότερο πλεονέκτημα είναι η χρήση του κινητήρα για την επίτευξη της επιθυμητής ακαμψίας, καθιστώντας δυνατή τη σημαντική μείωση σε μέγεθος του βασικού πλαισίου – και συνεπώς του βάρους. Σε αυτό το πλεονέκτημα προστίθεται το γεγονός ότι επέτρεψε τη σχεδίαση μιας μοτοσυκλέτας συμπαγούς σε διαστάσεις, ακόμη και με τον αναβάτη επάνω. Η πίσω ανάρτηση στηρίζεται στον κινητήρα με βραχίονες από σφυρήλατο αλουμίνιο και με μοχλικό στο μονόμπρατσο ψαλίδι από χυτό αλουμίνιο.
Το πόσο κοντά είναι η Panigale V4 στον κόσμο των αγώνων, υπογραμμίζεται και από το ελαφρύ, αλουμινένιο, χωρητικότητας 16 λίτρων ντεπόζιτο. Όπως συμβαίνει και με τις αγωνιστικές μοτοσυκλέτες, ένα τμήμα του είναι τοποθετημένο κάτω από τη σέλα του οδηγού. Ο χώρος του που δεν προορίζεται για καύσιμο, στο μπροστά μέρος του, έχει χρησιμοποιηθεί για να τοποθετηθούν όλα τα ηλεκτρονικά.
Το προστατευτικό ουράς του μονοθέσιου μοντέλου είναι ένα ενιαίο κομμάτι. Με αυτόν τον τρόπο τονίζεται ξανά ο αγωνιστικός χαρακτήρας της μοτοσυκλέτας. Ο σχεδιασμός του πτερυγίου έχει εμπνευστεί από μια αεροδυναμική αεροτομή και ενσωματώνει ένα φως στην ουρά με τεχνολογία LED που χωρίζεται σε δύο μέρη, σύμφωνα με την παράδοση των σπορ μοτοσυκλετών της Ducati.
Το πακέτο των ηλεκτρονικών δεν μπορούσε παρά να είναι πλήρες και εντυπωσιακό. Πέρα από τα προγράμματα απόδοσης και την παραμετροποίησή τους, το Traction Control (DTC EVO) συνοδεύεται από το Slide Control (DSC) για τον έλεγχο των πλαγιολισθήσεων ισχύος και φυσικά όλα τα σχετικά: Ducati Power Launch (DPL), Quick Shifter (DQS) για ανεβάσματα και κατεβάσματα που, συνοδευόμενο από τον μονόδρομο συμπλέκτη και τον Engine Brake Control για τον έλεγχο του φρένου του κινητήρα (Engine Brake Control), προσφέρει άλλη αίσθηση στην τόσο απαιτητική ζώνη της επιβράδυνσης. Στο ηλεκτρονικό πάρτι συγκαταλέγονται και ο προβολέας LED με Daytime Running Light (DRL), σταμπιλιζατέρ της Sachs, επιλογές γρήγορου ελέγχου, αυτόματη απενεργοποίηση φλας.
Όλα τα παράνω αφορούν στην «απλή» (…) Panigale V4, γιατί υπάρχει και η νέα Panigale V4 Speciale! Έρχεται να ολοκληρώσει την γκάμα ώστε ανεβάσει το concept των ιταλικών σπορ μοτοσυκλετών ένα ακόμη επίπεδο. Τα χρώματά της είναι αποκλειστικά γι’ αυτή, ενώ η αγωνιστική εξάτμιση από τιτάνιο ανεβάζει τους ίππους στους 226! Με εξαρτήματα από ανθρακόνημα και αλουμίνιο και μια σειρά από «λεπτομέρειες που κάνουν τη διαφορά», θα κυκλοφορήσουν μόλις 1.500 V4 Speciale σε όλο τον κόσμο.