Αν θελήσουμε να μιλήσουμε με όρους της σύγχρονης εποχής, ο Όλυμπος αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα “Brand Names” του πλανήτη και σίγουρα, ένα από τα πιο σημαντικά ελληνικά εξαγώγιμα προϊόντα. Όνειρο πολλών ανθρώπων που ζουν εκτός Ελλάδος είναι να επισκεφθούν το επιβλητικό βουνό που στέγασε μια από τις πιο σημαντικές ενότητες της παγκόσμιας πολιτιστικής ιστορίας, ενώ και για όλους τους κατοίκους της χώρας μας, ο Όλυμπος είναι μια πρόταση που πάντα υπάρχει ανάμεσα στις υποψηφιότητες για μια όμορφη εκδρομή.
Φωτογραφίες: Φωτογραφικό Αρχείο Περιφερειακής Ενότητας Πιερίας
Μια προτεινόμενη βάση είναι το Δίον, όχι μόνο λόγω του προφανούς συνειρμού με το όνομα του Δία, αλλά και γιατί πρόκειται για οικισμό που αναπτύσσεται χάρη στο αρχαιολογικό και πολιτιστικό ενδιαφέρον του, όντας ταυτόχρονα πολύ κοντά τόσο στον Όλυμπο όσο και στη θάλασσα της Πιερίας, προσφέροντας έτσι ιδανικό συνδυασμό βουνού και θάλασσας για όλες τις εποχές.
Το βουνό των θεών…
Ο λόγος φυσικά για τον Όλυμπο, το πιο ψηλό βουνό της Ελλάδας και το δεύτερο ψηλότερο των Βαλκανίων, μετά τη Ρίλα της Βουλγαρίας, με υψηλότερη κορυφή τον Μύτικα, που “βλέπει” τον υπόλοιπο κόσμο από τα 2.918 μέτρα. Η επιβλητική παρουσία, η απρόσιτη φύση, η πυκνή ομίχλη, η χαμηλή νέφωση και οι καταιγίδες, συνέθεταν ένα σκηνικό που ήταν αρκετό για τους προϊστορικούς ανθρώπους που κατοικούσαν στους πρόποδές του, ώστε να επινοήσουν τους πρώτους μύθους οι οποίοι στην εξέλιξή τους, μετέτρεψαν τον Όλυμπο στην κατοικία των 12 θεών που εξουσίαζαν τον κόσμο.
Σύμφωνα λοιπόν με τη μυθολογία, η οποία πάντως ήταν η πηγή έμπνευσης για τη θεμελίωση του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, οι θεοί κατοικούσαν στα φαράγγια του Ολύμπου, όπου βρίσκονταν τα παλάτια τους. Το σημείο συνάντησης για αυτούς ήταν η υψηλότερη κορυφή του κόσμου, το Πάνθεον, που σήμερα ονομάζεται Μύτικας, ενώ ο θρόνος του Δία, από όπου έριχνε την οργή του προς τους ανθρώπους υπό τη μορφή κεραυνών, ήταν στο σημερινό Στεφάνι. Πολλά είναι τα χαρακτηριστικά του Ολύμπου που τον καθιστούν μοναδικό, όχι μόνο για τον ελληνικό γεωγραφικό χώρο. Καταρχάς, η έκταση του ορεινού όγκου είναι κυκλική, έχει διάμετρο περί τα 25 χιλιόμετρα, περίμετρο περί τα 80 χιλιόμετρα και συνολικά, έχει μέγεθος περίπου 500 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Αποτελείται συνολικά από 52 διαφορετικές κορυφές, ενώ το ανάγλυφό του είναι εντυπωσιακό και σπάνιο, αφού συνδυάζει βραχώδεις κορυφές, βαθιές χαράδες, πολύ πυκνή βλάστηση και λιβάδια που θυμίζουν τις Άλπεις. Το χειμώνα, η θερμοκρασία βρίσκεται μεταξύ -20 και +10 βαθμών Κελσίου, τη στιγμή που το καλοκαίρι κυμαίνεται από 0 μέχρι 20 βαθμούς Κελσίου.
Οι θιασώτες του χιονιού σπανίως θα συναντήσουν το βουνό στεγνό, αφού ο Όλυμπος καλύπτεται από χιόνι για μια περίοδο περίπου 7 μηνών, που ξεκινά το Νοέμβριο και ολοκληρώνεται τον επόμενο Μάιο. Ιδιαίτερα ενδιαφέρον, είναι το γεγονός πως η ποσότητα νερού που δέχεται ο Όλυμπος υπό μορφή βροχής ή χιονιού είναι 3 με 4 φορές μεγαλύτερη, από την αντίστοιχη ποσότητα που δέχονται η Θεσσαλονίκη ή η Αθήνα. Ένα στατιστικό στοιχείο, που καταδεικνύει και σε επίπεδο αριθμητικής, τη μεγάλη σημασία που έχουν οι ορεινοί όγκοι και τα δάση, αφού με την παρουσία τους συγκρατούν τεράστιες ποσότητες νερού, οι οποίες σε περιπτώσεις πυρκαγιών, όπως κατά κόρον συμβαίνει στη χώρα μας, θα κυλήσουν ανεξέλεγκτες προς τις πεδινές περιοχές που συνήθως, είναι χτισμένες μεγάλες πόλεις, όπως η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη.
Ο πρώτος Εθνικός Δρυμός
Όμως ο Όλυμπος, δεν είναι γνωστός ανά τον κόσμο μόνο για τους 12 θεούς της αρχαιότητας, αλλά και για τα φυσικά του χαρακτηριστικά, που οδήγησαν στην αναγνώρισή του ως Εθνικού Δρυμού, του πρώτου στη χώρα μας, το 1938. Πρόκειται λοιπόν για ένα βουνό που προστατεύεται, τόσο λόγω της σπάνιας φυσικής ομορφιάς, της χλωρίδας και της πανίδας και όπως αναφέρθηκε το 1938, σκοπός της ανακήρυξης του Ολύμπου σε Εθνικό Δρυμό ήταν “η διατήρηση στο διηνεκές του φυσικού περιβάλλοντος της περιοχής, δηλαδή της άγριας χλωρίδας, της πανίδας και του φυσικού τοπίου, καθώς και των πολιτιστικών και άλλων αξιών της”.
Ο Εθνικός Δρυμός έχει συνολική έκταση που φτάνει στα 238.411 στρέμματα, ενώ ως πυρήνας του θεωρείται μια έκταση 40.000 στρεμμάτων στο ανατολικό κομμάτι, τη στιγμή που το υπόλοιπο μέρος γύρω από τον πυρήνα χαρακτηρίζεται ως περιφερειακή ζώνη, που υπόκειται σε ήπια εκμετάλλευση εφόσον φυσικά πως δε βλάπτει τη φυσική αρμονία. Για να γίνει αντιληπτό το μέγεθος της βιοποικιλότητας, στον Όλυμπο έχουν καταμετρηθεί πάνω από 1700 είδη φυτών, ενώ στα δάση του ζουν 32 είδη θηλαστικών, 108 είδη πτηνών, πολλά αμφίβια, ερπετά και πεταλούδες. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι από το 1981, το βουνό έχει χαρακτηριστεί ως “Απόθεμα της Βιόσφαιρας”, ενώ παράλληλα συμπεριλαμβάνεται ανάμεσα στις Σημαντικές για την Ορνιθοπανίδα Περιοχές της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.
Για ορειβάτες
Είναι λογικό, ο Όλυμπος να αποτελεί αγαπημένο προορισμό για τους ανθρώπους που ασχολούνται με την ορειβασία. Αυτό συμβαίνει τόσο λόγω των συνθηκών εν γένει, όσο και λόγω της ποικιλίας σε προτεινόμενες διαδρομές. Αυτή η διαδικασία έχει την περιπέτειά τους αφού μεταξύ άλλων, η θερμοκρασία πέφτει κατά περίπου μισό βαθμό, για κάθε 100 μέτρα ανάβασης. Ιδιαίτερο ρόλο σε όλη την ορειβατική διαδικασία, αλλά και στην καλύτερη οργάνωση των βουνών, παίζουν τα καταφύγια.
Ο Όλυμπος δε θα μπορούσε να αποτελέσει εξαίρεση και διαθέτει 9 καταφύγια, τα οποία εξυπηρετούν σε κάθε περίοδο του χρόνου ορειβάτες, πεζοπόρους, αναρριχητές και γενικά επισκέπτες. Εκτός από τα 9 καταφύγια που θα μπορούσαν άτυπα να χαρακτηριστούν ως “ανοιχτά στο κοινό”, υπάρχουν ακόμη 6 καταφύγια σε σημεία-κλειδιά της διαδρομής που διαθέτουν είδη πρώτης ανάγκης, ενώ υπάρχουν και αρκετά καταφύγια ανάγκης, που χρησιμοποιούνται μόνο το χειμώνα για προστασία από τον καιρό και δε διαθέτουν τίποτα περισσότερο από κρεβάτια.
Για κάθε μορφής τουρισμό
Η απαράμιλλη φυσική ομορφιά του Ολύμπου αποτελεί το κατάλληλο καύσιμο για περιηγήσεις κάθε μορφής. Σε επίπεδο θρησκευτικού τουρισμού, οι προσκυνητές καθώς και οι απλοί επισκέπτες, θα βρουν ενδιαφέροντα μοναστήρια και ξωκλήσια, αρκετά εκ των οποίων έχουν και ιστορική αξία, αφού χρονολογούνται από τον 14ο αιώνα.
Αξίζει να επισκεφθεί κανείς την Ιερά Μονή Αγίου Διονυσίου Εν Ολύμπω, τόσο από θρησκευτικής όσο και από περιηγητικής άποψης. Το Μετόχιο, απέχει 3 χιλιόμετρα από το Λιτόχωρο και εκεί έχει μεταφερθεί η αδελφότητά της από το 1950, αφού η κυρίως Μονή καταστράφηκε το 1943 από τους Γερμανούς. Η κυρίως Μονή, η ιστορία της οποίας ξεκινά από τον 16ο αιώνα, απέχει 17 χιλιόμετρα από το Λιτόχωρο και υπόκειται σε εργασίες αναστήλωσης. Όσοι βρεθούν εκεί, δεν πρέπει να παραλείψουν να βρεθούν στο Άγιο Σπήλαιο, αφού για να λάβουν το γνωστό αγίασμα θα περπατήσουν μέσα από ένα πανέμορφο μονοπάτι απολαμβάνοντας τη φύση του Ολύμπου. Οι θιασώτες του εναλλακτικού τουρισμού επίσης θα μείνουν ευχαριστημένοι. Η φύση της περιοχής επιτρέπει χειμερινά σπορ όπως trekking, rafting, κανό, ενώ παρέχονται και πιο σπάνιες δραστηριότητες, όπως οικοξενάγηση ή ορνιθοπαρατήρηση.
Στους πρόποδες του Ολύμπου βρίσκονται αρκετοί οικισμοί που αξίζει να επισκεφθεί κάποιος. Από πιο παραδοσιακούς οικισμούς, αξίζει μια βόλτα στον αναπαλαιωμένο Παλαιό Παντελεήμονα, που από τη μία βλέπει στον Όλυμπο και από την άλλη στο Θερμαϊκό. Ακόμη, οι Παλαιοί Πόροι και η Παλαιά Σκοτίνα, είναι προσεγμένοι οικισμοί με ιστορία τουλάχιστον 2 αιώνων που χρίζουν της προσοχής του ταξιδιώτη. Από τους πιο σύγχρονους οικισμούς, γνωστή είναι η Καρυά που βρίσκεται στη νότια πλευρά του Ολύμπου. Πιο αναπτυγμένοι σε τουριστικό επίπεδο είναι το Λιτόχωρο, που βρίσκεται ακριβώς στους πρόποδες του Ολύμπου και το οποίο αποτελεί συνήθως τη βάση ορειβατών και κάθε φύσης επισκεπτών στο ψηλότερο ελληνικό βουνό. Το Λιτόχωρο διαθέτει πολλές ξενοδοχειακές εγκαταστάσεις και όποιος κατευθύνεται προς τον Όλυμπο, θα περάσει σίγουρα από εκεί λόγω της χάραξης του δρόμου.
Αρχαίο Δίον
Για το κλείσιμο της περιπλάνησης, αφήσαμε σκόπιμα το Αρχαίο Δίον. Βρίσκεται και αυτό στους πρόποδες του Ολύμπου και απέχει μόλις 5 χιλιόμετρα από τη θάλασσα. Στην αρχαιότητα, το Δίον ήταν η ιερή πόλη των Μακεδόνων, αφιερωμένη στο Δία και τους θεούς. Η ακμή του υπολογίζεται μεταξύ του 5ου αιώνα π.Χ. και του 5ου αιώνα μ.Χ., ενώ η στην ιστορία εμφανίζεται ξανά κατά την Τουρκοκρατία, όταν υπήρξε ορμητήριο για κλέφτες και αρματολούς. Σήμερα, έχοντας πληθυσμό περί τα 1500 άτομα, έχει αποκτήσει τη δική του ταυτότητα και αναπτύσσεται τουριστικά, χάρη στον Αρχαιολογικό Χώρο και το Αρχαιολογικό Μουσείο, που απέχουν μεταξύ τους μόλις 500 μέτρα.
Το κτίριο που χτίστηκε το 1983, φιλοξενεί ευρήματα των ανασκαφών που προέρχονται από την αρχαία και την ελληνιστική περίοδο και τα οποία είναι χωρισμένα σε ενότητες ανάλογα με τον χώρο που βρέθηκαν. Παράλληλα, ξεχωριστό χρώμα στην περιοχή δίνει το Αρχαίο Θέατρο του Δίου, που κατά τους καλοκαιρινούς μήνες λειτουργεί κανονικά χάρη σε ποικίλες πολιτιστικές εκδηλώσεις με αποκορύφωμα το Φεστιβάλ Ολύμπου, που διεξάγεται κάθε καλοκαίρι, φιλοξενώντας πολυάριθμες θεατρικές παραστάσεις και μουσικές συναυλίες. Χάρη στα αξιοθέατα αυτά, κάθε χρόνο συρρέουν στο Δίον χιλιάδες επισκέπτες από την Ελλάδα και το εξωτερικό, στοιχείο που έχει βοηθήσει στην ανάπτυξη του οικισμού και της γύρω περιοχής, αφού οι τουριστικές υποδομές αυξάνονται και γίνονται ολοένα και καλύτερες, από τη στιγμή που η επισκεψιμότητα είναι εξασφαλισμένη και μάλιστα έχει διαρκώς ανοδική τάση.