Ποια είναι η πρώτη λέξη που σας έρχεται στο μυαλό όταν ακούτε τη λέξη Piaggio; Λογικά, θα απαντήσατε τη Vespa. Και ποια είναι η πρώτη εικόνα που σας έρχεται στο μυαλό όταν ακούτε τη λέξη Vespa; Λογικά πάλι, θα σκεφτήκατε το θρυλικό ιταλικό scooter με το χαρακτηριστικό οξύ ήχο του δίχρονου κινητήρα του που ακούγεται σαν σφήκα (vespa στα ιταλικά είναι η σφήκα) και που εδώ και 75 ολόκληρα χρόνια κατακλύζει τους δρόμους κάθε πόλης, μικρής ή μεγαλύτερης.
Όμως αν σας ρωτήσω ποια εικόνα σας έρχεται στο μυαλό ακούγοντας το Vespa 400, τί θα μου απαντούσατε; Θα σκεφτόσασταν πως είναι κάποιο μοντέλο από τη γκάμα των δίτροχων της Vespa πιθανότατα. Σωστά; Λάθος!
Η Vespa 400 είναι μοντέλο της Vespa, είναι της Piaggio, αλλά δεν είναι σκούτερ και κυρίως δεν είναι δίτροχη. Είναι ένα μικρό, τετράτροχο αυτοκίνητο που κατασκεύασε η ιταλική εταιρεία από το 1957 ως το 1964, σε συνεργασία με τη γαλλική ACMA και παρουσιάζοντάς το στο σαλόνι αυτοκινήτου του Παρισιού το 1957 κατάφεραν να κερδίσουν τις εντυπώσεις και να δημιουργήσουν ένα αντίπαλο δέος στο επίσης μικρό ετεροθαλές αδερφάκι του ομίλου, το περίφημο 500ράκι. Ενώ, το Fiat 500 σάρωνε την ιταλική αγορά, το Vespa 400 στόχευσε κυρίως τη γαλλική αγορά μικρών αυτοκινήτων πόλης.
Το Vespa 400 διέθετε στο πίσω μέρος του έναν δικύλινδρο, δίχρονο, αερόψυκτο κινητήρα χωρητικότητας 393 κ.εκ. ο οποίος απέδιδε 14 ίππους και συνεργάζονταν με ένα σασμάν τεσσάρων σχέσεων. Η τελική του ταχύτητα άγγιζε περίπου τα 85 χλμ./ώρα. Το αυτοκίνητο είχε ανοιγόμενη, συρόμενη, υφασμάτινη οροφή και διατίθετο σε τρεις εκδόσεις, τη Luxe, την Tourisme και την GT, την πιο σπορ εκδοχή του. Οι διαστάσεις του ήταν πραγματικά μικρές, με συνολικό μήκος μόλις 2,85 μέτρα, συνολικό πλάτος 1,27 μέτρα και βάρος μόλις 360 κιλά.
Το αυτοκίνητο ήταν κατά κύριο λόγο διθέσιο, με έναν μικρό χώρο πίσω από τα καθίσματα είτε για τη φιλοξενία δύο μικρών παιδιών, είτε για αποσκευές. Οι πόρτες του άνοιγαν αντίστροφα από το συνηθισμένο ώστε να παρέχουν ευκολότερη πρόσβαση στο εσωτερικό του. Το ταμπλό του αυτοκινήτου ήταν υπέρ του δέοντος μινιμαλιστικό, καθώς διέθετε μόνο ένα ταχύμετρο πίσω από το διάκτινο τιμόνι και έναν διακόπτη για τα φλας και τα φώτα. Υπήρχε ακόμη ένας μηχανικός διακόπτης στο μέσον του ταμπλό, ο οποίος ανοιγόκλεινε ένα κλαπέτο, μέσω του οποίου ο αέρας που έμπαινε στην καμπίνα προερχόταν είτε από τον κινητήρα για θέρμανση, είτε απ’ έξω για ψύξη. Στο πάτωμα ανάμεσα στα δύο καθίσματα υπήρχε ο λεβιές ταχυτήτων, το χειρόφρενο και εκατέρωθεν αυτού το τσοκ και ο διακόπτης εκκίνησης. Όσον αφορά τη ρεζέρβα, βρισκόταν τοποθετημένη στο πάτωμα κάτω απ’ το κάθισμα του συνοδηγού.
Διαβάζοντας κανείς το διαφημιστικό φυλλάδιο του Vespa 400, θα εντοπίσει τις έξι λέξεις κλειδιά που εκθειάζουν τις αρετές του. Συνοπτικά λοιπόν το αυτοκίνητο σύμφωνα πάντα με την Piaggio προσέφερε “Ευελιξία, Ησυχία, Ασφάλεια, Ταχύτητα, Άνεση και Οικονομία”. Επιπλέον ο κατασκευαστής τόνιζε την αξιοσημείωτη απλότητα του κινητήρα σε συνδυασμό με την καθολική προσβασιμότητά σε αυτόν. Ιδιαίτερη μνεία γινόταν και στην ευελιξία του αυτοκινήτου στους ελιγμούς, καθώς λόγω των μικρών του διαστάσεων, αλλά και της μεγάλης ακτίνας στροφής των 3,8 μέτρων, μπορούσε να σταθμεύσει ακόμη και σε ελάχιστο χώρο.
Εν κατακλείδι το Vespa 400 ήταν ακριβώς αυτό που περιγράφει η φράση “μικρό στο μάτι…” καθώς συνδύαζε αγαστά την ευρυχωρία και την άνεση με την καλή αισθητική, έτσι το καθιστούσε ευχάριστο στην οδήγηση τόσο για τις καθημερινές μετακινήσεις από και προς τη δουλειά, όσο και για μικρά ταξίδια, ενώ όπως χαρακτηριστικά ανέφερε ο κατασκευαστής του αποτελούσε την ιδανική επιλογή ακόμη και για τα ψώνια στην πόλη, μιας κομψής γυναίκας.