Στην αρχή του πρωταθλήματος, ο Casey Stoner ήταν ένας νεοφερμένος αναβάτης, ο οποίος είχε αναλάβει να κάνει ό,τι καλύτερο μπορεί με μια εντελώς νέα μοτοσικλέτα. Φυσικά στην κορυφαία κατηγορία του παγκοσμίου πρωταθλήματος, τα MotoGP, που όμως ήταν και αυτή εντελώς καινούργια: για το 2007, τα πάλαι ποτέ «500» έπεφταν από τη μέγιστη επιτρεπόμενη χωρητικότητα των 990 – φυσικά τετράχρονων – κυβικών εκατοστών στα 800.
Ο μικρόσωμος Αυστραλός Casey Stoner θεωρούνταν, σιωπηρά, το Νο.2, καθώς ο βασικός αναβάτης της Ducati ήταν ο βετεράνος και εντελώς Ιταλός Loris Capirossi. Ωστόσο, στον πρώτο αγώνα της σεζόν ο Stoner κέρδισε. Οι αντίπαλοι, κυρίως ο Valentino Rossi με τη Yamaha, κατάλαβαν αμέσως ότι η Desmosedici GP7 που είχε κατασκευάσει η Ducati ήταν ένα υπερόπλο. Ιδιαίτερα ως προς την τελική ταχύτητα στις ευθείες ούτε η Yamaha, ούτε η Honda μπορούσαν να την ανταγωνιστούν.
Ο Stoner έκανε μια εκπληκτική χρονιά και εξασφάλισε τον παγκόσμιο τίτλο τέσσερις αγώνες πριν από το τέλος. Ο απολογισμός του για το 2007 περιελάμβανε 10 νίκες και 6 πολ-ποζίσιον σε 18 κούρσες. Ήταν προφανές ότι ο Casey και η GP7 ήταν φτιαγμένοι ο ένας για τον άλλον – κάτι που θα αποδεικνυόταν πολλές φορές στο μέλλον. Το στιλ οδήγησης του Stoner ταίριαξε ιδανικά με την κατακόκκινη Ducati, η οποία είχε κατασκευαστεί με όλη την αφοσίωση στις θεμελιώδεις αρχές της εταιρείας (δεσμοδρομική κίνηση βαλβίδων, 4κύλινδρο μοτέρ σε διάταξη V90, χρήση του κελύφους του κινητήρα ως δομικού στοιχείου αντί του συμβατικού πλαισίου κ.λπ.). Απέδιδε περί τους 225 ίππους στις 19.000 στροφές, ξεπερνούσε σε τελική τα 330 χλμ. την ώρα και, πιθανότατα, ήταν η καλύτερη αγωνιστική Ducati όλων των εποχών. Τόσο απλά, τόσο ιταλικά.