Το 2005, η Citroen προσπάθησε να κερδίσει αγοραστικό κοινό από την κατηγορία στην οποία γνώριζαν επιτυχία οι BMW Σειρά 5 και Mercedes E-Class. Το Citroen C6 δεν τα κατάφερε ποτέ, αλλά έφερε καινοτομίες που αξίζει να γνωρίζουμε.
Διαβάστε επίσης: Χρειάστηκαν 35 χρόνια για την αναπαλαίωση αυτού του σπάνιου Citroen (+video)
Αρχικά η σχεδιαστική του φιλοσοφία ήταν κάτι το τελείως διαφορετικό. Το fastback αμάξωμα των σχεδόν πέντε μέτρων, προσέφερε την πολυτέλεια που αρμόζει σε ένα αυτοκίνητο τέτοιας κατηγορίας. Βέβαια, οι τολμηρές γραμμές δε βρήκαν μεγάλη ανταπόκριση και, μέχρι το 2012 όπου και έληξε η παραγωγή, κατασκευάστηκαν μόλις 23.400 αντίτυπα.
Το επίπεδο εξοπλισμού βρισκόταν στο επίπεδο των σημερινών μοντέλων. Εννέα αερόσακοι προσέφεραν μέγιστη ασφάλεια στους επιβάτες. Επιπλέον, υπήρχε προειδοποίηση αλλαγής λωρίδας, φωτιστικά σώματα xenon με αλλαγή κατεύθυνσης αλλά και head-up display. Μάλιστα, το Citroen C6 ήταν το πρώτο αυτοκίνητο που κέρδισε τέσσερα αστέρια στην κατηγορία «προστασία πεζών» στο Euro NCAP. Βασικό ρόλο σε αυτό έπαιξε το καπό που έπαιρνε κλίση κατά τη σύγκρουση.
Σήμα κατατεθέν του συγκεκριμένου αυτοκινήτου, όπως και κάθε μεγάλου αυτοκινήτου της γαλλικής φίρμας, ήταν η ανάρτηση. Στην περίπτωση του Citroen C6 έχουμε μία υλοποίηση με διπλά ψαλίδια στον εμπρός άξονα και σύστημα πολλαπλών συνδέσμων στον πίσω. Βέβαια, το «κλειδί» της επιτυχίας ήταν οι ηλεκτρονικά ελεγχόμενες υδροπνευματικές αναρτήσεις Hydractive 3+.
Διαβάστε επίσης: Πώς θα ήταν μια μελλοντική Citroen SM; H DS έχει την απάντηση
Σε υψηλές ταχύτητες το αμάξωμα χαμήλωνε κατά δέκα εκατοστά, ενώ κάτω από τα 60 χλμ./ώρα αυξανόταν προκειμένου να αποφεύγει τις ανωμαλίες του οδοστρώματος. Ταυτόχρονα, «σαρώνοντας» το οδόστρωμα, το Hydractive 3+ μεταβάλλει την σκληρότητα της ανάρτησης. Κάπως έτσι, ακόμα και σήμερα θεωρείται ως ένα κορυφαίο τεχνολογικό κατόρθωμα και στο τέλος του video θα δείτε τον τρόπο λειτουργίας της.
Το Citroen C6 εξοπλιζόταν αρχικά δύο κινητήρες, έναν τρίλιτρο V6 βενζίνης με 215 ίππους και έναν turbodiesel V6 HDi χωρητικότητας 2,7 λίτρων και απόδοσης 208 ίππων. Λίγο αργότερα προσφέρθηκε και ένας ακόμη πετρελαιοκινητήρας 2,2 λίτρων, ο οποίος απέδιδε 173 ίππους.