Το υποβρύχιο χόκεϊ ξεκίνησε την καριέρα του στο Βρετανικό Ναυτικό κάπου στη δεκαετία του 1950, και σκοπός του ήταν η άσκηση και η διατήρηση της φυσικής κατάστασης των δυτών του. Ταυτόχρονα με αυτό βελτιωνόταν η δεξιότητά τους στις κινήσεις μέσα στο νερό, αλλά και η δυνατότητα να αντιλαμβάνονται τον υποβρύχιο χώρο καλύτερα.
Όλα αυτά λειτουργούσαν μια χαρά και η ιδέα ήταν εύστοχη. Μέχρι που η δραστηριότητα πέρασε τον Ατλαντικό και τον Ειρηνικό μαζί, έφτασε στην Αυστραλία, όπου αναδείχθηκε σε ένα ακόμη άθλημα, κάπως ιδιαίτερο είναι η αλήθεια. Με το πέρασμα των χρόνων εξαπλώθηκε ακόμη περισσότερο και σήμερα το υποβρύχιο χόκεϊ υπάρχει σε περισσότερες από 20 χώρες.
Κάπου εδώ θα πρέπει να γίνει μια σημείωση, ώστε το υποβρύχιο χόκεϊ να μη συγχέεται με το υποβρύχιο χόκεϊ στον πάγο. Με αυτό θα καταπιαστούμε αργότερα, να είναι κι ο καιρός πιο συμβατός με αυτό το «ice»…
Το υποβρύχιο χόκεϊ παίζεται προφανώς σε πισίνες και χρειάζεται μια διάσταση 25 μ. x 15 μ. περίπου, ενώ το νερό πρέπει να έχει βάθος 2 – 4 μέτρα. Κάθε ομάδα έχει 12 παίκτες, εκ των οποίων οι 10 συμμετέχουν σε κάθε παιχνίδι. Συμμετέχουν, δεν είναι μέσα στο νερό όμως. Γιατί κάθε στιγμή μόνο οι έξι από αυτούς κολυμπούν και παίρνουν μέρος στις υποβρύχιες μονομαχίες.
Κάθε ένα από τα δύο ημίχρονα ενός αγώνα έχει διάρκεια 15 λεπτών, με μόλις τρία λεπτά διάλειμμα μεταξύ αυτών. Αν βάλουμε και ένα time out των 60″ ανά ημίχρονο, που έχει στη διάθεσή του κάθε προπονητής, προκύπτει συνολική διάρκεια 47 λεπτών για μια πλήρη υποβρύχια συνάντηση όσο κυλά ο χρόνος. Διότι αυτό δεν συμβαίνει πάντα…
Κατά τα δύο τελευταία λεπτά του αγώνα, ο χρόνος σταματά με κάθε σφύριγμα ή ολοκλήρωση κάποιας φάσης ̶ κάπως όπως στο μπάσκετ, αλλά όχι για όλη τη διάρκεια του παιχνιδιού. Με όλα αυτά, η συνολική διάρκεια ενός παιχνιδιού μπορεί να φτάσει και τη μία ώρα.
Από τους 12 παίκτες κάθε ομάδας, οι 10 κάθονται κοντά στην πισίνα και οι έξι από αυτούς βρίσκονται μέσα στο νερό. Ανά πάσα στιγμή μπορεί να γίνει αλλαγή, αρκεί ο παίκτης που θα πέσει στο νερό να το πράξει αφού ο άλλος έχει ήδη βγει από αυτό.
Ο εξοπλισμός των παικτών περιλαμβάνει πέδιλα, όχι πολύ μεγάλα, μάσκα με αναπνευστήρα, σκουφάκι με προστατευτικά για τ’ αυτιά – δανεικό από το water polo – κι ένα γάντι από χοντρό latex, για να προστατεύουν τα χέρια τους από τα χτυπήματα από τον δίσκο ή τα μπαστούνια. Τα οποία έχουν μήκος μόλις 35 εκατοστά, ώστε να εξυπηρετούν τον σκοπό τους χωρίς να προβάλλουν μεγάλη αντίσταση κατά την κίνησή τους μέσα στο νερό.
Το ερώτημα που ασφαλώς πλανάται από την αρχή της συζήτησης είναι κατά πόσο μπορεί κάποιο σώμα να κινηθεί επαρκώς κάτω από το νερό με μια απλή αρχική ώθηση. Η απάντηση είναι πως τα πάντα είναι θέμα τεχνικής… Ένας καλός παίκτης μπορεί να εκτοξεύσει τον δίσκο έως και τρία μέτρα από τον βυθό, ώστε να πασάρει σε συμπαίκτη του ή να σκοράρει.
Ο δίσκος έχει οκτώ εκατοστά διάμετρο και τρία πάχος, ωστόσο ζυγίζει ούτε λίγο ούτε πολύ ενάμισι κιλό. Κάτι που κάνει την τεχνική αυτών των καλών παικτών που τον στέλνουν σε τέτοιες αποστάσεις μέσα σε νερό ιδιαίτερα αξιοζήλευτη…
Το παιχνίδι ξεκινά με τους παίκτες μέσα στο νερό, η μία ομάδα απέναντι από την άλλη, έχοντας ένα χέρι στον τοίχο της πισίνας. Ο δίσκος επιπλέει στο κέντρο της πισίνας και περιμένει το σφύριγμα του διαιτητή. Μόλις αυτό έρθει, οι παίκτες των ομάδων ορμούν κολυμπώντας να πάρουν θέσεις και ένας φυσικά να διεκδικήσει τον δίσκο.
Τα τέρματα βρίσκονται στον βυθό και μοιάζουν με τελάρα με χαμηλά τοιχώματα και εκεί πρέπει να καταλήξει ο δίσκος. Κάθε ένα έχει τρία μέτρα πλάτος μόλις δώδεκα εκατοστά και τα τοιχώματα έχουν ύψος 2 εκατοστά. Συνήθως είναι από αλουμίνιο ή άλλο μέταλλο, ώστε να παράγεται ήχος όταν ο δίσκος χτυπά στις επιφάνειές του. Ωστόσο, ακόμη κι αν ο δίσκος κάνει γκελ και βγει έξω από το πλαίσιο, το γκολ μετράει.
Κατά τα λοιπά, οποιαδήποτε επαφή μεταξύ παικτών απαγορεύεται και ο δίσκος μπορεί να αλλάξει κινητική κατάσταση μόνο έπειτα από επαφή με το ρόπαλο ή τα τοιχώματα της πισίνας. Κανένα άλλο μέρος του παίκτη δεν επιτρέπεται να τον προωθήσει ή να ανακόψει την πορεία του. Κι αν υπάρχουν παραπτώματα, οι διαιτητές επαναφέρουν την τάξη και μοιράζουν ποινές.
Ενδιαφέρουσα παράμετρος του σπορ είναι η μεικτή σύνθεση των ομάδων, καθώς δεν υπάρχουν ομάδες ή αγώνες αποκλειστικά ανδρών ή γυναικών. Οι κατηγορίες έχουν να κάνουν μόνο με τις ηλικίες (έως 19 ετών, άνω των 19 και βετεράνοι άνω των 35).
Με εθνικά και παγκόσμια πρωταθλήματα, το υποβρύχιο χόκεϊ έχει βρει την ταυτότητά του και το κοινό του τα τελευταία χρόνια. Από το 1980 και κάθε δύο χρόνια διεξάγεται το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα μεταξύ Απριλίου και Μαΐου ενώ κάθε τρία χρόνια οι κραταιοί του σπορ, Αυστραλία, Νέα Ζηλανδία και Νότια Αφρική, λύνουν τις διαφορές τους σε μία τριεθνή, μεταξύ τους συνάντηση.
Παράλληλα, κάθε δύο χρόνια διοργανώνεται και το αντίστοιχο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα που φέτος τον Αύγουστο, το 16ο σε σειρά, θα φιλοξενηθεί στο Castellón de la Plana της Ισπανίας, λίγα χιλιόμετρα βόρεια της Valencia. Μέχρι τις αρχές Αυγούστου.
Αυτό όμως που κάνει ξεχωριστό το υποβρύχιο χόκεϊ, πέρα από τη δυναμική άπνοια στην οποία χρειάζεται να ασκηθούν οι παίκτες, είναι ότι πρόκειται για ένα παιχνίδι 3D – τριών διαστάσεων! Κάθε παίκτης μπορεί να κινείται στον βυθό, στην επιφάνεια ή μεταξύ αυτών, ανάλογα με την εξέλιξη κάθε φάσης, κάτι που δεν μπορεί κανείς να το συναντήσει σε άλλο σπορ – εκτός αν πρόκειται για το… Διάστημα.
Οι μόνοι ανταγωνιστές σε αυτή την 3D παράμετρο στην παγκόσμια σκηνή είναι το υποβρύχιο ράγκμπι και το… υποβρύχιο χόκεϊ στον πάγο! Μια παραλλαγή που κάνει το δυναμικής άπνοιας, συμβατικό, υποβρύχιο χόκεϊ να μοιάζει με παιδική χαρά…